Αυτό ουσιαστικά σημαίνει ότι από την 1η Ιουλίου 2018 θα επιβληθούν σε άλλα 5 νησιά, τη Λέσβο, τη Χίο, τη Σάμο, την Κω και τη Λέρο, οι αυξημένοι συντελεστές.Συγκεκριμένα οι συντελεστές ΦΠΑ, στα εν λόγω νησιά, αυξάνονται από τα επίπεδα του 5%, του 9% και του 17% στο 6%, στο 13% και στο 24%, καθώς έως το τέλος Ιουνίου 2018 πρέπει να καταργηθούν οι εκπτώσεις από 17%- 30% στους συντελεστές υπολογισμού του ΦΠΑ. Οι ανατιμήσειςΕιδικότερα θα αυξηθεί από 5% σε 6% ο ΦΠΑ για φάρμακα, παιδικά εμβόλια, βιβλία, περιοδικά εφημερίδες. Από 9% σε 13% ο ΦΠΑ για νωπά κρέατα, ψάρια, γάλα γαλακτοκομικά λαχανικά βρώσιμα φρούτα, δημητριακά, άμυλα προϊόντα αλευροποιίας, ελαιόλαδο, ψωμί, ζυμαρικά, φυσικά νερά, λιπάσματα, ΔΕΗ ξενοδοχεία.Από 17% σε 24% ο συντελεστής ΦΠΑ για νεόδμητα κτίσματα (πλην πρώτης κατοικίας), αυτοκίνητα, λεωφορεία καύσιμα, ηλεκτρικές και ηλεκτρονικές συσκευές, οινοπνευματώδη ποτά, είδη ένδυσης και υπόδησης, είδη οικιακού εξοπλισμού, για όλες τις παρεχόμενες υπηρεσίες από επιχειρήσεις και ελεύθερους επαγγελματίες, συσκευασμένα, μεταποιημένα και τυποποιημένα είδη διατροφής, εστίαση και catering.
Ζητούν παράταση
Την παράταση έως τις 30 Ιουνίου 2019 του ειδικού καθεστώτος μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ στα νησιά, ζητά με επιστολή του προς τον υπουργό Οικονομικών, Ευκλείδη Τσακαλώτο, την υφυπουργό Οικονομικών, Κατερίνα Παπανάτσιου, και τον διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, Γιώργο Πιτσιλή, ο πρόεδρος του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος (ΟΕΕ), Κωνσταντίνος Κόλλιας.Όπως σημειώνεται, η κατάργηση του ειδικού καθεστώτος ΦΠΑ από 1 Ιουλίου θα οδηγήσει:
  • Στην αύξηση του κόστους ζωής των κατοίκων των νησιών (αύξηση κόστους μεταφοράς εμπορευμάτων και πρώτων υλών, αύξηση κόστους παρεχόμενων υπηρεσιών). Η μείωση του εισοδήματος των νησιωτών με δεδομένη την εφαρμογή της μείωσης του ετήσιου αφορολόγητου ποσού θα περιορίσει την αγοραστική τους δύναμη με άμεσο αντίκτυπο στη βιωσιμότητα των τοπικών επιχειρήσεων.
  • Στη μείωση της ανταγωνιστικότητας παραγομένων υπηρεσιών και προϊόντων, στα οποία τα συγκεκριμένα νησιά διαθέτουν συγκριτικά πλεονεκτήματα, όπως ο τουρισμός.
  • Στη μη είσπραξη των αναμενόμενων φορολογικών εσόδων, η οποία θα οφείλεται στη μείωση της ρευστότητας των επιχειρήσεων και στην αύξηση της παραοικονομίας και φοροδιαφυγής που παρατηρείται σε κάθε αύξηση φορολογικών συντελεστών.